ERTE Lust |
(Μετάφραση: Σπύρος Σκιαδαρέσης)
Κι αν αγαπήστε δίχως χορτασμό,
γλεντήσετε ή πηδήξτε απάνου-κάτου,
κανένας όφελος, μόνο το ξερό
κεφάλι σας θα σπάστε. Τα μυαλά του
χάνει ο που ερωτευτεί. Για τη κυρά του
είδωλα ο Σολομώντας προσκυνά
κι ο Σαμψών γι’ άλλη χάνει τα γυαλιά του.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Ο Ορφέας, ο λυράρης ο γλυκός,
πό 'παιζε όμορφα φλάουτα και ζουρνάδες,
με τ' άγριο του σκύλου Κέρβερου, ο φτωχός,
τα τρία κεφάλια πάει να βρει μπελάδες.
Κι ο Νάρκισσος ο βλάκας, που ομορφάδες
περίσσιες είχε, στα βαθιά νερά
επνίγηκε γι αγάπης ζουρλαμάρες.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Ο Σαρντανά ο ιππότης ο λαμπρός
που κατάχτησε ολόκληρη την Κρήτη,
φυναίκα εντύθη, από έρωτα κι αυτός,
για να τρυπώσει σε γυναικωνίτη.
Κι ο βασιλιάς Δαβίδ, λέω τον προφήτη,
εξέχασε το Θεό μπρος στα γυμνά
μηριά που είδε στο μπάνιο και λιμπίστη.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Μ' όνομα πόθο ο Αμνών, ο πονηρός
καμώθηκε γλυκά πως πεθυμούσε
να φάει, για να ξεπαρθενέψει, ο αισχρός,
την αδελφή του, Θάμαρ, π' αγαπούσε.
Κι ο Ηρώδης για χορούς που λαχταρούσε,
το κεφάλι του δόλιου Γιοχανά
χάρισε στη Σαλώμη που ποθούσε.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Αν πείτε και για μένα το φτωχό,
μωρ' έφαγα ξύλο της χρονιάς μου
τσίτσιδος - το λέω δίχως να ντραπώ -
από τη Βοζελιώτισσα κυρά μου
Κατερινιώ. Κι ο Νοέλ που ήταν κοντά μου,
πήρε γενναίο μερτικό απ' αυτά
τα ορεχτικά κεράσματα του γάμου!
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Τώρα έπαψε αυτός ο μορφονιός
να κυνηγάει τις όμορφες νεράιδες;
Μπα! Κι αν να καεί του μέλλει ζωντανός,
όπως καίνε τους μάγους σα λαμπάδες,
πιο νόστιμες θα πει είν' κι από πουλάδες.
Μ' αν κι ο άμυαλος, μολόησε ειλικρινά:
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
γλεντήσετε ή πηδήξτε απάνου-κάτου,
κανένας όφελος, μόνο το ξερό
κεφάλι σας θα σπάστε. Τα μυαλά του
χάνει ο που ερωτευτεί. Για τη κυρά του
είδωλα ο Σολομώντας προσκυνά
κι ο Σαμψών γι’ άλλη χάνει τα γυαλιά του.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Ο Ορφέας, ο λυράρης ο γλυκός,
πό 'παιζε όμορφα φλάουτα και ζουρνάδες,
με τ' άγριο του σκύλου Κέρβερου, ο φτωχός,
τα τρία κεφάλια πάει να βρει μπελάδες.
Κι ο Νάρκισσος ο βλάκας, που ομορφάδες
περίσσιες είχε, στα βαθιά νερά
επνίγηκε γι αγάπης ζουρλαμάρες.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Ο Σαρντανά ο ιππότης ο λαμπρός
που κατάχτησε ολόκληρη την Κρήτη,
φυναίκα εντύθη, από έρωτα κι αυτός,
για να τρυπώσει σε γυναικωνίτη.
Κι ο βασιλιάς Δαβίδ, λέω τον προφήτη,
εξέχασε το Θεό μπρος στα γυμνά
μηριά που είδε στο μπάνιο και λιμπίστη.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Μ' όνομα πόθο ο Αμνών, ο πονηρός
καμώθηκε γλυκά πως πεθυμούσε
να φάει, για να ξεπαρθενέψει, ο αισχρός,
την αδελφή του, Θάμαρ, π' αγαπούσε.
Κι ο Ηρώδης για χορούς που λαχταρούσε,
το κεφάλι του δόλιου Γιοχανά
χάρισε στη Σαλώμη που ποθούσε.
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Αν πείτε και για μένα το φτωχό,
μωρ' έφαγα ξύλο της χρονιάς μου
τσίτσιδος - το λέω δίχως να ντραπώ -
από τη Βοζελιώτισσα κυρά μου
Κατερινιώ. Κι ο Νοέλ που ήταν κοντά μου,
πήρε γενναίο μερτικό απ' αυτά
τα ορεχτικά κεράσματα του γάμου!
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Τώρα έπαψε αυτός ο μορφονιός
να κυνηγάει τις όμορφες νεράιδες;
Μπα! Κι αν να καεί του μέλλει ζωντανός,
όπως καίνε τους μάγους σα λαμπάδες,
πιο νόστιμες θα πει είν' κι από πουλάδες.
Μ' αν κι ο άμυαλος, μολόησε ειλικρινά:
Μακάριος όποιος δεν έχει καμιά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου