(Μετάφραση: Β. Τριανταφυλλίδης)1962
-Το ποίημα αυτό χρησιμοποίησε ο Αντρέι Ταρκόφσκι, στη ταινία του «Ο καθρέφτης», 1975 -
-Το ποίημα αυτό χρησιμοποίησε ο Αντρέι Ταρκόφσκι, στη ταινία του «Ο καθρέφτης», 1975 -
Tων συναντήσεων μας την κάθε στιγμή,
γιορτάζαμε σαν ευλογία,
μόνοι εμείς στον κόσμο ολάκερο. Κι’ από
φτερό πουλιού πιο τολμηρή κι ανάλαφρη ήσουν,
σα παραζάλη στη σκάλα,
πηδούσες τα σκαλιά και
μέσα απ’ την υγρή την πασχαλιά
πήγαινες στη δική σου επικράτεια
Απ’ του καθρέφτη την άλλη την πλευρά.
Σαν έπεφτε όμως η νυχτιά με της ευμένειας
το δώρο οι πύλες άνοιγαν
του θυσιαστηρίου, μεσ’ στο σκοτάδι έλαμπες,
αργά γέρνοντας η γδύμνια,
κι, αποκοιμιόσουν: «Ας είσαι ευλογημένη!» -
έλεγα ξέροντας πως η ευλογία μου
είναι παράτολμη: κοιμόσουν,
και για ν’ αγγίξει τα βλέφαρα της βαθυγάλανης οικουμένης
σέρνονταν από το τραπέζι η πασχαλιά,
και τα βλέφαρα που γαλανάδα άγγιξε
κοιμούνταν ήρεμα, το χέρι ήταν ζεστό.
Κρυστάλλινος ο σφυγμός των ποταμών,
Νεφελώδη τα βουνά, ανήσυχες οι θάλασσες,
Μα συ κρατούσες τη γήινη σφαίρα στην παλάμη σου
κρυστάλλινη, και κοιμόσουν στο θρόνο,
και – Ω δίκαιε Θεέ! – ήσουν δική μου.
Ξύπνησες και ξανάγραψες
το καθημερινό ανθρώπινο λεξικό,
κι η φωνή στο λαρύγγι μισοσβησμένη
γέμισε, και έδωσες στη λέξη
μια νέα έννοια που σήμαινε: Τσάρος.
Κι όλα στο κόσμο μεταμορφώθηκαν, ακόμη
και τα απλά πράγματα – η λεκάνη, - όταν
στεκόταν ανάμεσα μας, σα φρουρός,
το γάργαρο μα και σκληρό νερό.
Μας παρέσυρε άγνωστο που.
Μπροστά μας περνούσαν, σαν οφθαλμαπάτες.
πόλεις χτισμένες από θαύμα θαρρείς,
η μέντα απλώθηκε κάτω απ’ τα πόδια μας
και πουλιά ανταμώναμε στο δρόμο μας,
και από το ποτάμι ψάρια πετάγονταν
Κι ο ουρανός άνοιξε μπροστά στα μάτια μας …
όταν η μοίρα τα ίχνη μας ακολούθησε
σα τρελός με το ξυράφι στο χέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου