(ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ, μεταφράση:Γιώργος Σπανός)
1873
Φθινόπωρο κιόλας! - Μα γιατί να νοσταλγουμε έναν αιώνιο ήλιο,
αν έχουμε αποδοθεί στην ανακάλυψη του θείου φωτος, -
μακριά από τους ανθρώπους που θνήσκουν επί των εποχών.
Φθινόπωρο. Η λέμβος μου, υψωμένη στις ακίνητες καταχνιές
στρέφει προς το λιμάνι της μιζέριας, την πελώρια πολιτεία με το
λεκιασμένο από φωτιά και λάσπη ουρανό. Αχ! Τα σάπια κουρέλια,
το μουσκεμένο στη βροχή ψωμί, τα μεθύσια, οι χίλιοι τόσοι έρωτες
που με σταύρωσαν. Δε θα τελειώσει πια λοιπόν, τούτη η βρυκολακιασμένη
βασίλισσα εκατομμυρίων ψυχών και σώματων νεκρών
και που θα κριθουν!
Βλέπω τον εαυτό μου, με το πετσί σαρακοφαγωμένο από τη λάσπη και την πανούκλα, με τα μαλλιά και τις μασχάλες γεμάτες σκουλήκια,
κι ακόμα πιο μεγάλα σκουλήκια στην καρδιά,
πλαγιασμένο ανάμεσα σε άγνωστους χωρίς ηλικία ή αίσθημα.
Θα μπορούσα να είχα πεθάνει...
Φριχτή αναπόληση! Μισώ τη μιζέρια.
Και με φοβίζει ο χειμώνας γιατί είναι η εποχή των ανέσεων!
-Πότε - πότε βλέπω στον ουρανό ακρογιαλιές ατελεύτητες να τις σκεπάζουν
έθνη λευκά εν αγαλλιάσει.
Ένα μεγάλο χρυσό καράβι, πάνωθέ μου τρεμίζει πολύχρωμες σημαίες
κάτω από τις πρωινές αύρες. Εγώ έφτιαξα όλες τις γιορτές, όλους τους
θριάμβους όλα τα δράματα. Δοκίμασα να εφεύρω καινουργια λουλούδια
καινούργια αστέρια, σάρκες καινούριες, καινούριες γλώσσες.
Νόμιζα ότο είχα αποκτήσει δύναμη υπερφυσική. Κι όμως! Πρέπει
να θάψω τη φαντασία και τις μνήμες μου! Πάει και η ωραία δόξα
του καλλιτέχνη και του αφηγητή!
Εγώ! Εγώ που είπα πως είμαι μάγος ή άγγελος, απαλλαγμένος
από την όποια ηθική, αποδίδομαι στο χώμα, αναζητώντας ένα
χρέος, και την τραχιά αλήθεια πάνω μου να σφίξω! Χωριάτης!
Με απάτησαν μήπως; Το έλεος είναι ίσως αδέρφι του θανάτου
για μένα;
Τελος, θα ζητήσω συγχώρηση που τράφηκα με ψεύδη. Και πάμε!
Μα ούτε ένα χέρι φίλο! Και που ν' αντλήσω βοήθεια;
Ναι, η καινούρια ώρα είναι, τουλάχιστον, πολύ αυστηρή.
Γιατί μπορώ να πω ότι δικιά μου είναι η νίκη! Οι οδόντων τριγμοί,
οι συριγμοί του πυρός, οι δυσώδεις στεναγμοί μετριάζονται.
Σβήνουν όλες οι ακάθαρτες μνήμες. Οι τελευταίες μου νοσταλγιές
φεύγουν καλπάζοντας - ζήλεια για τους ζητίανους, τους ληστές,
τους εραστές του θανάτου, τους λογής-λογής καθυστερημένους.
- Ω κολασμένοι, αν μπορούσα να εκδικηθώ!
Πρέπει να είσαι απόλυτα σύγχρονος.
Όχι θρησκευτικοί ύμνοι: να κρατήσεις το κερδισμένο βήμα.
Άγρια νύχτα! Το ξεραμένο αίμα καπνίζει πάνω στη φάτσα μου,
και δεν έχω τίποτα πίσω μου, μόνο ετούτο το φριχτό δεντράκι!...
Η πνευματική μάχη είναι το ίδιο βίαιη όσο και η μάχη των αντρών.
Όμως το όραμα της δικαιοσύνης είναι απόλαυση για τον Θεό μονο.
Όμως, είναι παραμονή. Ας δεχθούμε τις ροές της δύναμης και
της αληθινής τρυφερότητας. Και την αυγή. οπλισμένοι με μια
φλογέρη υπομόνη θα εισβάλουμε στισ εξαίσιες πολιτείες.
Τι έλεγα για φίλο χέρι; Ένα σπουδαίο πλεονέκτημα είναι ότι
μπορώ να γελάσω με τους παλιούς ψεύτικους έρωτες,
και να σημαδέψω με το όνειδος τα ψευδόμενα ζεύγη
-είδα εκεί κάτω των γυναικών την κολάση -
και θα μου είναι θεμιτό
να κατέχω την αλήθεια μέσα σε μια ψυχή και ένα σώμα.
1873
Φθινόπωρο κιόλας! - Μα γιατί να νοσταλγουμε έναν αιώνιο ήλιο,
αν έχουμε αποδοθεί στην ανακάλυψη του θείου φωτος, -
μακριά από τους ανθρώπους που θνήσκουν επί των εποχών.
Φθινόπωρο. Η λέμβος μου, υψωμένη στις ακίνητες καταχνιές
στρέφει προς το λιμάνι της μιζέριας, την πελώρια πολιτεία με το
λεκιασμένο από φωτιά και λάσπη ουρανό. Αχ! Τα σάπια κουρέλια,
το μουσκεμένο στη βροχή ψωμί, τα μεθύσια, οι χίλιοι τόσοι έρωτες
που με σταύρωσαν. Δε θα τελειώσει πια λοιπόν, τούτη η βρυκολακιασμένη
βασίλισσα εκατομμυρίων ψυχών και σώματων νεκρών
και που θα κριθουν!
Βλέπω τον εαυτό μου, με το πετσί σαρακοφαγωμένο από τη λάσπη και την πανούκλα, με τα μαλλιά και τις μασχάλες γεμάτες σκουλήκια,
κι ακόμα πιο μεγάλα σκουλήκια στην καρδιά,
πλαγιασμένο ανάμεσα σε άγνωστους χωρίς ηλικία ή αίσθημα.
Θα μπορούσα να είχα πεθάνει...
Φριχτή αναπόληση! Μισώ τη μιζέρια.
Και με φοβίζει ο χειμώνας γιατί είναι η εποχή των ανέσεων!
-Πότε - πότε βλέπω στον ουρανό ακρογιαλιές ατελεύτητες να τις σκεπάζουν
έθνη λευκά εν αγαλλιάσει.
Ένα μεγάλο χρυσό καράβι, πάνωθέ μου τρεμίζει πολύχρωμες σημαίες
κάτω από τις πρωινές αύρες. Εγώ έφτιαξα όλες τις γιορτές, όλους τους
θριάμβους όλα τα δράματα. Δοκίμασα να εφεύρω καινουργια λουλούδια
καινούργια αστέρια, σάρκες καινούριες, καινούριες γλώσσες.
Νόμιζα ότο είχα αποκτήσει δύναμη υπερφυσική. Κι όμως! Πρέπει
να θάψω τη φαντασία και τις μνήμες μου! Πάει και η ωραία δόξα
του καλλιτέχνη και του αφηγητή!
Εγώ! Εγώ που είπα πως είμαι μάγος ή άγγελος, απαλλαγμένος
από την όποια ηθική, αποδίδομαι στο χώμα, αναζητώντας ένα
χρέος, και την τραχιά αλήθεια πάνω μου να σφίξω! Χωριάτης!
Με απάτησαν μήπως; Το έλεος είναι ίσως αδέρφι του θανάτου
για μένα;
Τελος, θα ζητήσω συγχώρηση που τράφηκα με ψεύδη. Και πάμε!
Μα ούτε ένα χέρι φίλο! Και που ν' αντλήσω βοήθεια;
Ναι, η καινούρια ώρα είναι, τουλάχιστον, πολύ αυστηρή.
Γιατί μπορώ να πω ότι δικιά μου είναι η νίκη! Οι οδόντων τριγμοί,
οι συριγμοί του πυρός, οι δυσώδεις στεναγμοί μετριάζονται.
Σβήνουν όλες οι ακάθαρτες μνήμες. Οι τελευταίες μου νοσταλγιές
φεύγουν καλπάζοντας - ζήλεια για τους ζητίανους, τους ληστές,
τους εραστές του θανάτου, τους λογής-λογής καθυστερημένους.
- Ω κολασμένοι, αν μπορούσα να εκδικηθώ!
Πρέπει να είσαι απόλυτα σύγχρονος.
Όχι θρησκευτικοί ύμνοι: να κρατήσεις το κερδισμένο βήμα.
Άγρια νύχτα! Το ξεραμένο αίμα καπνίζει πάνω στη φάτσα μου,
και δεν έχω τίποτα πίσω μου, μόνο ετούτο το φριχτό δεντράκι!...
Η πνευματική μάχη είναι το ίδιο βίαιη όσο και η μάχη των αντρών.
Όμως το όραμα της δικαιοσύνης είναι απόλαυση για τον Θεό μονο.
Όμως, είναι παραμονή. Ας δεχθούμε τις ροές της δύναμης και
της αληθινής τρυφερότητας. Και την αυγή. οπλισμένοι με μια
φλογέρη υπομόνη θα εισβάλουμε στισ εξαίσιες πολιτείες.
Τι έλεγα για φίλο χέρι; Ένα σπουδαίο πλεονέκτημα είναι ότι
μπορώ να γελάσω με τους παλιούς ψεύτικους έρωτες,
και να σημαδέψω με το όνειδος τα ψευδόμενα ζεύγη
-είδα εκεί κάτω των γυναικών την κολάση -
και θα μου είναι θεμιτό
να κατέχω την αλήθεια μέσα σε μια ψυχή και ένα σώμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου